σταθμοί

Περπατώ και το βήμα καρφί σε πληγή,
και το φως από νέον κοιτά την σκηνή,
δύο τρένα ξεχασμένα σε γραμμή εφεδρική,
γερασμένα, πληγωμένα, με ματιά σκοτεινή.

Με τρυπάει η βροχή, με παγώνει ο αγέρας,
κι΄ οι σκιές ζωγραφίζουν κάποιο άυλο τέρας,
το μοντέλο ντύνεται το χρυσόμαλλο δέρας.
Ο καφές που αχνίζει μου καίει τα χέρια,
μία μαύρη κουρτίνα έχει κρύψει τ’ αστέρια,
κι΄ ένας σκύλος ορίζει τα δικά του λημέρια.

Η βροχή θ΄ απλωθεί σαν δάκρυα στην πόλη,
το ποτάμι τις ντροπές μας πάλι θα πλύνει,
ένας άρρωστος ήλιος τα πλοκάμια του απλώνει,
οι εφιάλτες τρυπώνουν στις σκιές, ξημερώνει.

Και η πόλη θα γεμίσει και πάλι με φως,
γκρίζοι άνθρωποι γύρω μου, εγώ μοναχός,
μαριονέτες το θέατρο και ‘γώ μοναχός,
ένα αόρατο τείχος, τελευταίος σταθμός.-

No comments: